Προσφάτως έπεσα τυχαία πάνω στον πρωτοποριακό Αργεντινό καλλιτέχνη της εννοιολογικής τέχνης David Lamelas, καθώς πήγαινε να συναντήσει κάποιο φίλο. Είχε αργήσει, αλλά η συνάντησή µας ήταν έντονη, όπως πάντα. Εκείνο τον καιρό διάβαζα ξανά Jorge Luis Borges κι έτσι έκανα στον David µια διερευνητική ερώτηση περί µυθοπλασίας. «Πάντα µου άρεσε», είπε αυθόρµητα. «Από µικρό παιδί µού άρεσαν οι ταινίες – κι αυτές µια µορφή µυθοπλασίας είναι. Αλλά µου αρέσουν και τα ντοκιµαντέρ, που δεν είναι µυθοπλασία, τουλάχιστον όχι µε τη συµβατική έννοια της λέξης». «Ήταν σηµαντική η µυθοπλασία στην πρώιµη δουλειά σου;» τον ρώτησα. «Όχι, όχι ιδιαίτερα», αποκρίθηκε εκείνος, «στην αρχή το έργο µου ξεχώριζε εντελώς από τη µυθοπλασία. Κατά κάποιον τρόπο ήταν το αντίθετο της µυθοπλασίας». «Το αντίθετο της µυθοπλασίας;» συνέχισα εγώ. «Μα τι σηµαίνει αυτό;» Κι ο David απάντησε µε µια σιγουριά που µε κατέπληξε: «Η πραγµατικότητα. Η πραγµατική ζωή».
«Εποµένως…» τραύλισα, «η πραγµατική ζωή είναι µια έννοια µε την οποία αισθάνεσαι άνετα». Η απάντηση του David ήρθε σε κλάσµατα δευτερολέπτου: «Ναι, εντελώς. Εσύ δεν νιώθεις άνετα; Τι άλλο υπάρχει πέρα απ’ αυτή; Η πραγµατική ζωή. Ζούµε µέσα σ’ αυτή. Λέγοντας “πραγµατική ζωή”, ασφαλώς εννοώ την αντικειµενική ζωή, τα δεδοµένα, µε τη ρεαλιστική έννοια της λέξης». Εν µέρει λόγω απογοήτευσης και πιθανόν επειδή δεν άκουσα αυτό που περίµενα, µπήκα κατευθείαν στο θέµα: «Πόσο σηµαντικός ήταν για σένα ο Borges;». Ο καλλιτέχνης έκανε µια µικρή παύση, ξεφύσησε και µια λάµψη φάνηκε στη µατιά του· ο Lamelas άρχισε να αναπολεί. «Όταν ήµουν νέος καλλιτέχνης, πολλοί φίλοι µου ήταν λάτρεις του Borges. Στην Αργεντινή ακούς για τον Borges από τη στιγµή που γεννιέσαι» –ο Lamelas γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες το 1946– «κι έτσι ο Borges είναι πάντα παρών. Πρόκειται για µια παρουσία υπαρξιακή. Παρ’ όλα αυτά, και σχεδόν ντρέποµαι που το λέω, πρώτη φορά διάβασα πραγµατικά Borges στα αγγλικά. Όταν ήµουν στο Λονδίνο το 1970 µε είχαν απορροφήσει εντελώς τα µεταφρασµένα γραπτά του».
«Ορισµένοι υποστηρίζουν», διέκοψα εγώ, «πως για τον Borges δεν υπάρχει πραγµατικότητα, παρά µόνο µυθοπλασία της µυθοπλασίας». «Ναι, συµφωνώ», απάντησε ο David. «Σε µια από τις εννοιολογικές ταινίες µου χρησιµοποίησα ένα απόσπασµα από τα διηγήµατά του Λαβύρινθοι για να εκφράσω τις ιδέες µου σχετικά µε τη γλώσσα. Μου άρεσε η γραφή του Borges, όπως µου άρεσε και της Marguerite Duras: χρησιµοποιούσαν και οι δυο τη γλώσσα ως κείµενο. Σαν να είχαν κάποια συγγένεια µε τους εννοιολογικούς καλλιτέχνες, που χρησιµοποιούσαν τη γλώσσα µε πολύ ενδιαφέροντα τρόπο και µε τους οποίους εγώ είχα συνδεθεί στενά. Πρέπει όµως να πηγαίνω», είπε ο καλλιτέχνης, «έχω αργήσει πάρα πολύ».
Alexander Alberro