Ως καλλιτέχνης που γεννήθηκε σε µια χώρα που δεν υπάρχει πια και του οποίου η ενηλικίωση συµπεριλάµβανε τη διάβαση του συνόρου µεταξύ Ανατολής και Δύσης επί Ψυχρού Πολέµου, που ανήκει πλέον στο απώτερο παρελθόν, ο Olaf Holzapfel, ο οποίος γεννήθηκε στη Δρέσδη το 1967, επικεντρώνει καιρό τώρα το ενδιαφέρον του στους διαχωρισµούς, στις οριοθετήσεις και στα σύνορα – ή, ακριβέστερα, στους ενδιάµεσους χώρους, σε αυτό που υπάρχει ως δυνατότητα ενδιαµέσως. Καθώς χαρακτηρίζεται από εξίσου µεγάλη ευχέρεια στη γλώσσα της γλυπτικής, της ζωγραφικής, του κινηµατογράφου και της φωτογραφίας, σηµαντικό µέρος του έργου του πραγµατεύεται την κλασική αλληλεπίδραση δισδιάστατης εικόνας (ή σχεδίου) και τρισδιάστατης φόρµας (ή χώρου), όπως µαρτυρά η τριµερής συνεισφορά του στην documenta 14: ένα υπαίθριο γλυπτό, µια έκθεση ιστορικών τεχνουργηµάτων και αρχιτεκτονικών σχεδίων που περιλαµβάνει ένα καινούριο φιλµ καθώς και µια σειρά εικόνων από άχυρο, όπως τις ονοµάζει – υπό τον γενικό τίτλο Zaun (Φράκτης).
Καθώς το άγχος της Ευρώπης γύρω από τα πορώδη σύνορά της βρίσκεται, δυστυχώς, στο επίκεντρο της παρανοϊκής αίσθησης περί ταυτότητας, το έργο του Holzapfel δεν θα µπορούσε να είναι πιο επίκαιρο ή εύστοχο, µιας και ο καλλιτέχνης επιλέγει να στρέψει το βλέµµα του σε ένα σύνορο πέρα από την ανατολική Μεσόγειο, και συγκεκριµένα στη νότια κεντρική Χιλή (ίδιο γεωγραφικό πλάτος, διαφορετικό ηµισφαίριο), τόπο αρκετών παλαιότερων έργων του Holzapfel, για την ολοκλήρωση των οποίων χρειάστηκε η στενή συνεργασία του τοπικού πληθυσµού καθώς και µια στοιχειακή εξάρτηση από τις γηγενείς παραδόσεις όσον αφορά τη δόµηση, την κατασκευή και την παραγωγή. Στην κινηµατογραφική συνιστώσα του Zaun το ενδιαφέρον του Holzapfel για τα µυστήρια της χιλιανής γεωγραφίας αποτελεί το πρόσχηµα για ένα βαθύτερο µέληµα για την αλληλεπίδραση φυσικών και πολιτισµικών δυνάµεων, ανθρώπου και τοπίου, στην παραγωγή εκείνου του είδους συνόρων που βρίσκονται στην καρδιά της αίσθησής µας περί συλλογικού ανήκειν και συλλογικής ταυτότητας. Τα στοιχεία που συγκεντρώνονται στο δεύτερο µέρος του Zaun καλύπτουν ένα ευρύ φάσµα, από αρχιτεκτονικά σχέδια για µεσαιωνικές εκκλησίες και πηγάδια ορυχείων του 19ου αιώνα ως τα κείµενα του Αυστριακού κριτικού Kristian Sotriffer και τη γραφιστική του Hermann Glöckner, ενός κορυφαίου εικαστικού αφηρηµένης τέχνης από τη Δρέσδη. Όλα αυτά τα στοιχεία σχετίζονται, λιγότερο ή περισσότερο άµεσα, µε το ερώτηµα κατά πόσον η τέχνη καθορίζεται (αλλά και αντλεί έµπνευση, για να το θέσουµε πιο ήπια) από τα δεδοµένα του φυσικού κόσµου. Το γλυπτό, τέλος, επιβεβαιώνει το διαρκές ενδιαφέρον του καλλιτέχνη για τις εντόπιες φόρµες και τις περιφερειακές διακυµάνσεις όσον αφορά το πώς ο άνθρωπος χρησιµοποιεί τον υλικό κόσµο γύρω του, από κάτω ή από πάνω του: µια ξύλινη αρχιτεκτονική κατασκευή που περιέχει απόηχους µινιµαλισµού, παρότι δεν λείπει η εµφατική τοπική αναφορά στο παραδοσιακό Fachwerk, ένα είδος δόµησης που διέπεται από κάτι τόσο αρχαίο και αµετάβλητο όσο και το µήκος και η περιφέρεια των κορµών των δέντρων.
Dieter Roelstraete