Ο καλλιτέχνης Aboubakar Fofana χρειάστηκε μία ολόκληρη ημέρα για να στήσει ένα καζάνι για λουλάκι με βάση τη φρουκτόζη στο Κέντρο Διατήρησης Παραδοσιακών Τεχνικών Κλωστοϋφαντουργίας Μέντης στην οδό Πολυφήμου 6 στην Αθήνα. Ήταν 18 Δεκεμβρίου 2016, και η θερμοκρασία άγγιζε το μηδέν στην αυλή της μικρής βιοτεχνίας passementerie που έχει μετατραπεί σε ζωντανό μουσείο (ανήκει στο Μουσείο Μπενάκη) υπό το άγρυπνο βλέμμα της οραματίστριας Βιργινίας Ματσέλη, υπεύθυνης του κέντρου. Το καζάνι χρειαζόταν 80 βαθμούς Κελσίου, έτσι βοήθησε ο ατμός. Η Δάφνη Αντωνίου από την ομάδα της documenta 14 είχε φροντίσει για το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων του καζανιού και των λεκανών για το ξέπλυμα, το ξέπλυμα και το ξέπλυμα των νημάτων – πάντα τρεις φορές. Ο κύριος Σπύρος, ειδικός στα μηχανήματα της βιοτεχνίας Μέντης, ήταν παρών, για να βοηθήσει και να δει την όλη διαδικασία. Επίσης, η Anna Merlo, που γνώρισε τη δουλειά του Fofana μέσω της μελέτης της για τις τεχνικές βαφής, είχε έρθει από τη Ζυρίχη για να δουλέψει δίπλα σε αυτόν τον άνθρωπο που δεν του αρέσει να τον αποκαλούν μάστορα ή ειδικό, παρά το γεγονός ότι μελετά και διδάσκει για περισσότερα από τριάντα χρόνια φυσικές τεχνικές βαφής νημάτων με βάση το λουλάκι, τη λάσπη και άλλα υλικά.
Η ιδέα για την οποία χρειαζόταν το καζάνι προέκυψε στα τέλη Νοεμβρίου της περασμένης χρονιάς, σε μια συζήτηση που είχα με τον Fofana και τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της documenta 14, τον Adam Szymczyk. Στα γραφεία της οδού Μετσόβου, θυμηθήκαμε την πρώτη επίσκεψή μας στο εργαστήριο του Fofana στο Μπαμάκο τον Νοέμβριο του 2015. Μας είχε καλωσορίσει ως εξής: «Παρακαλώ, εδώ δεν είναι μουσείο, μπορείτε ν’ αγγίξετε τα πάντα…» Και αυτό κάναμε: μάθαμε τις δώδεκα διαφορετικές αποχρώσεις του indigo και πώς συμπεριφέρονται πάνω σε λινό, βαμβακερό ή ραμί· βάψαμε τα δάχτυλά μας μπλε καθώς θρυμματίσαμε φρέσκα φύλλα από το φυτό ίντιγκο που μεγάλωνε σε πήλινες γλάστρες έξω στην αυλή.
Μετά η συζήτηση στράφηκε στα έργα του Fofana για τη δημόσια έκθεση και τα εργαστήρια που σχεδίαζε στην Αθήνα και στο Κάσελ· μάθαμε για το αρχικό πάθος του για την καλλιγραφία, την έρευνα σε χειρόγραφα που δημιουργήθηκαν ανά τους αιώνες στην αφρικανική ήπειρο και για τη διαρκή του αγάπη για τα βιβλία. Ο καλλιτέχνης και ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής συμφώνησαν ότι η έκδοση The documenta 14 Reader (που τότε βρισκόταν στο τελικό στάδιο της προετοιμασίας από την Quinn Latimer, ποιήτρια και Επιμελήτρια Εκδόσεων της documenta 14, και την ομάδα των Εκδόσεων) θα έπρεπε να έχει έναν ιδιαίτερο σελιδοδείκτη, κατασκευασμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να έχει την ίδια βαρύτητα με τα πλούσια κείμενα και τις φωτογραφίες μέσα στο βιβλίο. Αυτή η βαρύτητα δεν θα ήταν κάτι μετρήσιμο με μονάδα βάρους, αλλά η διαδικασία κατασκευής του σελιδοδείκτη θα έπρεπε να έχει τρόπον τινά μια βαρύτητα συγκρινόμενη με τον διανοητικό μόχθο των θεωρητικών και των συγγραφέων και το σθένος των ποιητών και εικονοποιών. Έτσι προέκυψε το σχέδιο να βαφούν επαρκή νήματα ελληνικού βαμβακιού με φυσικό λουλάκι ώστε να δημιουργηθεί κορδέλα μήκους περίπου 10.000 μέτρων για 10.000 βιβλία.
Αντί να προσπαθήσει να πετύχει ενιαία απόχρωση, ο Fofana άφησε το καζάνι να αφηγηθεί τη δική του ιστορία. Τα περισσότερα κομμάτια του νήματος μουσκεύτηκαν τρεις φορές και απέκτησαν ένα λουλακί χρώμα που άρχισε να φθίνει καθώς η μελάνη έχανε την ισχύ της με τις πολλές χρήσεις. Ο καλλιτέχνης φύλαξε κάποιο τμήμα του νήματος για την πιο ανοιχτόχρωμη και πιο δύσκολη απόχρωση του μπλε που επιτυγχάνεται με ένα μόνο μούσκεμα. Κάθε κουβάρι νήματος προπλύθηκε τρεις φορές και μετά τη βαφή καθαρίστηκε προσεκτικά άλλες τρεις φορές. Μετά το στέγνωμα, τα νήματα ήταν έτοιμα για να πλεχτούν σε κορδέλα 5 χιλιοστών στα μηχανήματα της βιοτεχνίας Μέντης.
Η δουλειά με τα χέρια και τα νήματα και την ινδικοτίνη, με την ευλογία της θεάς του νερού Faro, την οποία ο Fofana ευχαρίστησε πριν ξεκινήσει τη βαφή στις 19 Δεκεμβρίου, έχει έναν ακριβέστατο ρυθμό που έχει αναπτυχθεί μετά από χρόνια εξάσκησης και έχει κληροδοτηθεί από γενιά σε γενιά. Θυμάμαι ότι σε μία από τις πρώτες μου επισκέψεις στη βιοτεχνία Μέντης η Ματσέλη μού είπε ότι τα αυλάκια που οδηγούν τα νήματα για να πλέξουν τρέσες, σιρίτια, κορδέλες και άλλα είδη passementerie στα μηχανήματα δεκαετιών συχνά ακολουθούν σχηματισμούς από παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς. Ή μήπως το ανάποδο, οι χοροί ακολουθούν την ύφανση των νημάτων; Αρκεί να τονιστεί ότι ο χορός και η κλωστοϋφαντουργία ανέκαθεν συνδέονταν, κι έτσι μπορεί να πει κανείς ότι τα μηχανήματα στη βιοτεχνία Μέντης δημιουργούν μια μελωδία ζωής. Όταν το εκμυστηρεύτηκα στον Fofana, αποκρίθηκε ότι είχε μάθει για την ύφανση και τον κόσμο από ένα τραγούδι που απαγγέλλεται:
Kolè Sigui Kan (Τραγούδι του Αργαλείου ή Παγκόσμια Αρμονία) απαγγελία σε γλώσσα Μπαμπάρα από τον Aboubakar Fofana
Δεν χρειάζεται να καταλαβαίνει κανείς τα λόγια για να ακούσει ή να νιώσει την κίνηση των καρουλιών, των πεταλιών, της σαΐτας και του «αντί». Ίσως όμως αξίζει να συμβουλευτεί και την παρακάτω ερμηνεία που έκανε ο καλλιτέχνης από την γλώσσα Μπαμπάρα, σε συνεργασία με τη συγγραφέα Johanna Macnaughtan:
Το τραγούδι του αργαλειού
Κάποιος ξέρει κάτι που δεν ξέρει άλλος
Κάποιος δεν το ξέρει, αλλά άλλος το κατέχει
Δηλώνει το καρούλιΟ ένας προηγείται, ο άλλος ακολουθεί
Ένας ακολουθεί κάποιον, αλλά άλλος προηγείται
Βροντάνε τα πετάλιαΚάποιος φεύγει ενώ κάποιος έρχεται
Ο ένας έρχεται και ο άλλος φεύγει
Τραγουδά η σαΐταΚάποιος σηκώνεται και άλλος πέφτει
Ο ένας πέφτει ενώ ο άλλος σηκώνεται
Λένε τα αντιάΚατανόηση! Αρμονία! Συμφωνία!
Τίποτε δεν είναι πιο πολύτιμο
Έτσι φτιάχτηκε ο κόσμος, έτσι θα τελειώσει
Έτσι δημιουργήθηκε ο κόσμος, έτσι θα καταστραφεί
Κοπανάει ο σφίκτης.
Δείτε πώς το τραγούδι προχωρά από το ρήμα δηλώνω στο βροντάω και τραγουδώ μετά λέω και κοπανάω. Αν τα μέρη του δυνατού αργαλειού εκφράζονται με τέτοια ποικιλία, πόσα μας λένε τα νήματα που βάφονται και πλέκονται; Για μένα, ένα ύφασμα είναι πάντα και ένα κείμενο. Παρακολουθώντας τις κλωστές που βάφτηκαν με λουλάκι να περνούν από τα μηχανήματα της βιοτεχνίας Μέντης συνειδητοποίησα ότι αυτή η ρυθμική ύφανση τόσο πολλών και διαφορετικών νημάτων (τεχνικής, παγκόσμιας ιστορίας, βοτανικής, αλχημείας, σοφίας) ήταν σαν μια απάντηση στο ερώτημα που μου θέτουν τόσο συχνά: «Λοιπόν, τι έμαθες από την Αθήνα;» Θα έλεγα ότι έτσι μαθαίνουμε.
Σύντομα, όταν ξεφυλλίσετε την έκδοση The documenta 14 Reader θα διαπιστώσετε ότι οι επιμελητές συμπεριέλαβαν τον Aboubakar Fofana στη λίστα με τους συγγραφείς των κειμένων, ακόμα κι αν δεν έχει γράψει ούτε λέξη για τον πολυαναμενόμενο αυτόν τόμο. Το ύφασμά του –ο λουλακής σελιδοδείκτης– μας προσκαλεί σιωπηλά σε πιο στοχευμένες αναγνώσεις όλων των υπόλοιπων κειμένων.