Hendrik Folkerts: Gordon, μεγάλωσες σε μια αγροτική περιοχή του Κουίνσλαντ, στην κωμόπολη Cloncurry, και στη συνέχεια μετακόμισες στο Σίδνεϊ, το 1989, για να σπουδάσεις καλές τέχνες. Ξεκινώντας από τη σχολή, λοιπόν, μια εποχή που άνθρωποι όπως ο Gordon Bennett –του οποίου η πρακτική είχε τεράστια επίδραση στην αποκάλυψη της σύνθετης φύσης του αποκλεισμού των Αβοριγίνων από την καλλιτεχνική παραγωγή στην Αυστραλία– μόλις έφευγαν από την ακαδημία, τι είδους πλαίσιο ή κληρονομιά αισθάνθηκες ότι σου παρουσιαζόταν;
Gordon Hookey: Μια εικαστική πρακτική είναι μια πρακτική συσσώρευσης, όπου χτίζεις πάνω σε ό,τι έχει γίνει στο παρελθόν. Όντας Αβορίγινας, μαύρος και καλλιτέχνης, η αναγνώριση του παρελθόντος είναι για μένα μέρος του πρωτοκόλλου. Κάνω ό,τι κάνω και έχω ό,τι έχω μονάχα ως συνέχεια εκείνων που προηγήθηκαν· ανθρώπων όπως οι Gordon Bennett, Richard Bell, Kevin Gilbert, Lin Onus και των μελών της κοοπερατίβας Αβορίγινων καλλιτεχνών Boomalli στο Σίδνεϊ – όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες που ήρθαν πριν από μένα κατέρριψαν εμπόδια και άνοιξαν μονοπάτια στην πολιτική τέχνη των πόλεων.
Vivian Ziherl: Πριν από εκείνη τη στιγμή, οι Αβορίγινες καλλιτέχνες αντιμετωπίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε ένα πλαίσιο άσκησης μιας παράδοσης στην αυστραλιανή και διεθνή τέχνη. Γι’ αυτό και πραγματικά εκείνη τη στιγμή, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, συνέβησαν μεγάλες αλλαγές στις τεχνοϊστορικές και πολιτικές συζητήσεις. Άνθρωποι όπως ο Gordon Bennett προκάλεσαν ένα ξεκαθάρισμα, επιμένοντας ότι η ταυτότητά τους δεν μπορούσε να καθορίζεται από κάποιον άλλο. Ο Gordon διατηρούσε μια πολυσύνθετη θέση, επιμένοντας στην ταυτότητά του ως αυτόχθονα, αρνούμενος όμως ταυτόχρονα την ταμπέλα του «Αβορίγινα καλλιτέχνη».
GH Σε κάποια φάση όλη η εικαστική δραστηριότητα αφορούσε την ταυτότητα. Ο Gordon, που πέθανε το 2014, ήταν μέρος αυτής της τάσης. Το αντιμετώπισαν, λοιπόν, αυτό το ζήτημα εκείνοι και βοήθησαν να ξεπεραστεί, κι έτσι σήμερα δεν χρειάζεται πια να ασχοληθούμε με το συγκεκριμένο θέμα, επομένως μπορούμε να προχωρήσουμε στο δημιουργικό μας έργο.
VZ Θα μπορούσε άραγε η δραστηριότητα αυτή να θεωρηθεί μέρος μιας βαθιάς, μακροχρόνιας πρακτικής επαναστατικής κουλτούρας με στόχο την επίτευξη της πολιτιστικής κυριαρχίας; Νωρίτερα φέτος είχα την τιμή να συνεργαστώ με τον Richard Bell σε ένα έργο που είχε να κάνει με την Πρεσβεία των Αβορίγινων σε Σκηνή, η οποία στήθηκε απέναντι από την Παλαιά Βουλή στην Καμπέρα, το 1972. Ο Richard υποστηρίζει ότι η πρεσβεία-σκηνή παραμένει η σπουδαιότερη περφόρμανς στην ιστορία της Αυστραλίας, που συνέδεσε τους ακτιβιστές που βρίσκονταν πίσω της με θεατρικές πρακτικές που τότε έκαναν την εμφάνισή τους στο Εθνικό Μαύρο Θέατρο στο Redfern, ένα προάστιο του Σίδνεϊ, και, στις Ηνωμένες Πολιτείες, από το Black Arts Repertory Theatre του Amiri Baraka, στο Χάρλεμ.
GH Πόσο τολμηροί υπήρξαμε εκείνα τα χρόνια! Και τι αντίφαση για τους αυτόχθονες πληθυσμούς να έχουμε πρεσβεία στην ίδια μας τη γη, μπροστά σε αυτό το μεγάλο λευκό κτίριο της βουλής, ενώ στην πραγματικότητα θα έπρεπε να ισχύει το αντίστροφο!
HF Gordon, μπορείς να γίνεις αρκετά επιθετικός στη δουλειά σου, όπως στον πίνακα Poor Fella U (2012), στην κορυφή του οποίου γράφεις: “Sorry! / Fuck sorry! / Sorry can go git’t fucked! / Give’s the really lubbly, deadly, big, solid, golden sorryˮ ή σε ένα έργο στο οποίο απεικονίζεις πολιτικές προσωπικότητες πάνω σε έναν σάκο του μποξ.
GH Η δουλειά μου δεν έχει να κάνει μόνο με την αντίσταση και τη διαμαρτυρία, αλλά και με την ενδυνάμωση. Αν ασχολούμαι με μια κατάσταση όπου οι Αβορίγινες είναι υποταγμένοι, αποκτηνωμένοι ή πέφτουν θύματα αδικίας, ανατρέπω το σενάριο, το αντιστρέφω ώστε να κάνω τους μαύρους δυνατούς, ισχυρούς και νικητές. Αυτό το έργο που αναφέρεις, το King Hit (For Queen and Country) (1999), είναι μια αντίδραση κάθαρσης – βάλε τα γάντια του μποξ και χτύπα την πηγή του πόνου σου.
HF Μπορώ να σε ρωτήσω, Vivian, ως άνθρωπο που σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Μπρίσμπεϊν και είναι μέλος μιας κοινότητας που υποθέτω ότι θα αντιστεκόταν στον δομικό ρατσισμό κατά των αυτοχθόνων: Πώς νιώθεις σχετικά με ορισμένα από τα ζητήματα που βάζει στο τραπέζι ο Gordon, εσύ που προέρχεσαι από μια θέση μεγάλης πολιτικής συγγένειας αλλά μερικές φορές έχεις και πρόβλημα να μιλάς γι’ αυτό;
VZ Μεγαλώνοντας στο Κουίνσλαντ τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 επίσημα δεν διδαχτήκαμε καθόλου την αποικιακή ιστορία της Αυστραλίας. Η κυρίαρχη άποψη ήταν ότι δεν υπήρξε βίαιος αποικισμός, και αυτή ήταν και η θέση που υποστήριζαν η οικογένειά μου και ο κοινωνικός μου περίγυρος.
Μιλώντας προσωπικά, χρειάστηκε μια ειδική διαδικασία συμφιλίωσης με ορισμένες αλήθειες ώστε να μπορέσω να λειτουργήσω ουσιαστικά σε σχέση με εικόνες όπως αυτή του Gordon. Την ίδια αυτή διαδικασία συνεχίζω μέσα από την επιμελητική δουλειά μου, με την ελπίδα να συμβάλει σε ένα ευρύτερο κοινωνικό έργο. Είναι τιμή μου να συνεργάζομαι αυτή τη στιγμή με έναν καλλιτέχνη όπως ο Gordon και είμαι ευγνώμων που διαμορφώθηκα επαγγελματικά σε έναν πολιτιστικό χώρο όπου προσωπικότητες όπως οι Richard Bell, Gordon Bennett, Fiona Foley, Vernon Ah Kee και άλλοι είχαν τόσο έντονη και αισθητή παρουσία σε τοπικό επίπεδο.