Ανακαλώ στη µνήµη µου µια συνάντηση µε τον El Hadji Sy στο ατελιέ του στις αρχές της δεκαετίας του ’90: Θυµάµαι ότι δυσκολευόµουν να φωτογραφίσω τους πίνακες µόνους τους. Ο Sy επεµβαίνει στο οπτικό µου πεδίο µε τέτοιο τρόπο ώστε κάθε λήψη να περιλαµβάνει ένα επιπλέον σχέδιο ή ένα έργο τοποθετηµένο επίτηδες πάνω από τον µεγαλύτερο πίνακα στον οποίο ήθελα να εστιάσω. Έπειτα είναι και η δική του παρουσία: µια ανθρώπινη φιγούρα που κινείται διαρκώς, παρεισφρέοντας στον οπτικό άξονα των διάφορων στατικών αντικειµένων και δηµιουργώντας τυφλά σηµεία των οποίων τα παράταιρα σινιάλα κινούνται µεταξύ ιστοριών της τέχνης.
Ο Sy γεννήθηκε το 1954 στο Ντακάρ, είναι ζωγράφος, επιµελητής, ακτιβιστής και αποφασισµένος να παραµείνει στη Σενεγάλη – ωστόσο η στάση του αυτή δεν φέρει ίχνος γενεαλογίας αποµονωτισµού. Η πρώτη του ατοµική έκθεση στο εξωτερικό ήταν στο Σικάγο το 1981, στον αντισυµβατικό χώρο του Paul Waggoner. Εκείνη την εποχή η δουλειά του αντιστεκόταν στο κανονιστικό είδος ζωγραφικής που προωθούσε η πολιτιστική πολιτική του καθεστώτος Senghori τη δεκαετία του 1970. Επί δέκα χρόνια επέµενε να ζωγραφίζει µε τα πόδια και ταυτόχρονα να οργανώνει κολεκτίβες καλλιτεχνών (Laboratoire Agit’Art, Tenq και Huit Facettes Interaction) και καταλήψεις κτιρίων τα οποία κατασκεύαζαν ξένες δυνάµεις, γαλλικές αποικιοκρατικές ή κοµµουνιστικές της Κίνας.
Ήδη το 1988 ο Sy επιµελήθηκε την πρώτη ανθολογία κριτικής αποτίµησης της σύγχρονης σενεγαλέζικης τέχνης και οργάνωσε µια συλλογή έργων από συναδέλφους του για ένα γερµανικό µουσείο. Η πρόσφατη αναδροµική του έκθεση στο ίδιο αυτό ίδρυµα (El Hadji Sy: Painting, Performance, Politics [El Hadji Sy: Ζωγραφική, περφόρµανς, πολιτική], Weltkulturen Museum, Φρανκφούρτη 2015) κατέδειξε όχι µόνο το εύρος του έργου του αλλά και την πρόκληση που αναγνωρίζει στις εθνογραφικές συλλογές. Περιγράφοντας τα καταχωνιασµένα αυτά καλλιτεχνήµατα ως «παγίδες συνείδησης», ο Sy µιλά για την αγωνία που αναδίνουν τέτοια αντικείµενα, τα οποία αµφισβητούν την ηθική του θεατή τους και απαιτούν έναν σηµασιολογικό επανεξοπλισµό ικανό να παραβεί τη διαλεκτική της ανθρωπολογίας.
Σήµερα η ανήσυχη στάση του εξακολουθεί να απηχεί έναν αγώνα περί αισθητικής που κινείται µεταξύ της συλλογικής εµπλοκής και της µοναχικής συστολής – «Πώς θα κοινωνικοποιήσουµε τα προϊόντα του νου;» ρωτάει. Τα πρόσφατα εγχειρήµατά του στο Ντακάρ συνδυάζουν µεγάλης κλίµακας χορογραφηµένους πίνακες µε ραδιοφωνικές εκποµπές που άκουγε όταν ήταν παιδί. Τα έργα, που απευθύνονται σε αγρότες και ψαράδες, καταπιάνονται µε τα φλέγοντα ζητήµατα της αναπτυξιακής πολιτικής στην ανεξαρτητοποιηµένη Σενεγάλη. Ο Sy αποµονώνει το ραδιοφωνικό µουσικό σήµα, που όπως ένα φευγαλέο ίχνος µυρωδιάς φέρνει στον νου µια συγκεκριµένη χρονική στιγµή. Η χειρονοµιακή αυτή διαµεσολάβηση συνδυάζει την εικόνα µε τον ήχο και τη συναισθησία µε την πολιτική, ανακαλώντας επάλληλες µνήµες και συµπυκνώνοντας µια επιτελεστική τεχνογνωσία του παρελθόντος µε τις ανεπίλυτες περιβαλλοντικές συνθήκες του παρόντος.
Clémentine Deliss