Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο ζωγράφος Stanley Whitney πήγε από την Πενσιλβάνια, όπου γεννήθηκε το 1946, στη Μεσόγειο, όπου η εµπειρία που είχε µε την αρχαία αρχιτεκτονική, ειδικά µε αυτήν της Αιγύπτου και της Ιταλίας, τον ενέπνευσε ώστε να απαντήσει σε ορισµένα ερωτήµατα που αφορούν τη σύνθεση. Εδώ, περιτριγυρισµένος από τη στιβαρή λιθοδοµή, ανακάλυψε την αξία της αρχαϊκής περιόδου, όπως και κατά κάποιον τρόπο µια πρότερη απεικόνιση του µοντέρνου πλέγµατος που ταίριαζε µε τη βαθιά, καίτοι άµεση, αίσθηση που έχει ο ίδιος για τις χρωστικές. Βάλθηκε λοιπόν να δουλεύει επάνω σε µουσαµάδες διάφορων µεγεθών, πάντα σε τετράγωνο σχήµα, πάντα ενθυµούµενος ότι «ο χώρος βρίσκεται µέσα στο χρώµα».
Εδώ υπάρχει χώρος εξίσου για τον γραφέα και τον χτίστη. Ο ζωγράφος βρίσκεται σε αλληλέγγυα σχέση και µε τους δύο, κινούµενος από το άνω αριστερό µέρος του κάθε µουσαµά προς το κάτω δεξί τµήµα του, τοποθετώντας µεγάλους δόµους από έντονο χρώµα. O Whitney πασχίζει να βρει έναν τόπο για τη ζωγραφική που να απευθύνεται σε ένα ετερόκλητο σύνολο και να αφορά ένα ολοένα πιο ευρύ κοινό, όπως έκανε ο Gustave Courbet µε τον πίνακά του L’Atelier du peintre: Allégorie réelle déterminant une phase de sept années de ma vie artistique et morale (1854-55), (Το ατελιέ του ζωγράφου. Μια πραγµατική αλληγορία που προσδιορίζει επτά χρόνια του καλλιτεχνικού και ηθικού µου βίου [1854-55]) που ολοκληρώθηκε ακριβώς έναν αιώνα πριν από τη διοργάνωση της πρώτης documenta. Αυτή η πανάρχαια, µοναχική και συγκεντρωτική πρακτική µπορεί να αφοµοιώσει στο έπακρο την πολυπλοκότητα της βιωµένης εµπειρίας. Αυτό ο Whitney το καταφέρνει στο ατελιέ του χωρίς να καταφεύγει σε αλληγορικές µορφές και σε συνθέσεις µε στοιχεία από διάφορα είδη εικαστικής έκφρασης, µολονότι διαπνέεται και από αυτές. Προσπερνώντας µεθόδους της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας όπως είναι η εναντίωση και η άρνηση, εµµένει κι επιµένει στον δικό του ρυθµό, τον οποίο και διατηρεί. Έτσι, ο στόχος που έχει αναθέσει ο ίδιος ο καλλιτέχνης στον εαυτό του είναι απλός και ενδεχοµένως εξίσου πιο ριζοσπαστικός: να χωρέσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρώµα σε κάθε πίνακα.
Τι µπορεί να σηµαίνει αυτό; Αν το χρώµα του έχει νοηµοσύνη, τότε η αποκρυπτογράφηση του έργου δεν επαφίεται µονάχα στον λογικό νου, αλλά µάλλον πρόκειται για ζήτηµα στίχων, µιας και οι τίτλοι του Whitney µιλούν για µια επική ιστορική συνείδηση και για µια εξελισσόµενη φιλοσοφία του συναισθήµατος. Οι τίτλοι του αποτελούνται από σειρά λέξεων που βγαίνουν από το στόµα µας, αλλά ουδέποτε εγκαταλείπουν τη συνείδηση. Οι τίτλοι James Brown Sacrifice to Apollo (Η θυσία του Τζέιµς Μπράουν στον Απόλλωνα, 2008), The Last of the Bohemians (Ο τελευταίος των µποέµ, 2008), Elephant Memory (Μνήµη ελέφαντα, 2014) και Radical Times (Ριζοσπαστική εποχή, 2016) είναι µερικοί από τους οποίους δεν µπορώ να λησµονήσω. Η εικόνα όµως που συνοδεύει καθέναν από τους τίτλους µυστηριωδώς αλλάζει όταν επιστρέφω να τους δω ξανά. Κάθε έργο είναι ζωντανό και, µέσα σε αυτό, κάθε χρώµα διαθέτει µια προσωπικότητα: µία µονάδα, που όµως αποτελείται από ένα πλήθος, το οποίο προσελκύει κι άλλες µονάδες. Όπου υπάρχει νόηση υπάρχει ένα σώµα. Ένα άλλο έργο θυµίζει έναν εύστοχο στίχο που επαναλαµβάνεται δύο φορές στη µετάφραση του Robert Hunter των Σονέτων στον Ορφέα του Rainer Maria Rilke, απ’ όπου τελικά πήρε την ονοµασία της µια θεµατική έκθεση µε έργα του Whitney στο Studio Museum στο Χάρλεµ: Dance the Orange (Το πορτοκάλι χορέψτε).
Monika Szewczyk