Η ιδιαίτερη φύση του σύγχρονου κράτους, η πολυπλοκότητα και η ευαισθησία των λειτουργιών του, η βαρύτητα των πολιτικών, κοινωνικών και οικονοµικών προβληµάτων, που αυτό έχει κληθεί να επιλύσει, το µετατρέπουν σε σηµείο συνάντησης των αδυναµιών και των ανησυχιών των λαών, και αυξάνουν τις δυσκολίες που πρέπει να υπερπηδηθούν στη µέριµνα για την υπεράσπισή του.
Αυτό που κάνει τον άνθρωπο ελεύθερο δεν είναι το να ζει ελεύθερος σε καθεστώς ελευθερίας, αλλά το να ζει ελεύθερος µέσα σε µια φυλακή.
Curzio Malaparte, Η τεχνική του πραξικοπήµατος: Η βίαιη κατάληψη της εξουσίας, 1931
Το έργο Untitled (Άτιτλο, 2010) της Marie Cool και του Fabio Balducci αποτελείται από στρογγυλούς καθρέφτες, τοποθετηµένους σε διαφορετικές γωνίες. Ανάλογα µε τις φυσικές ή τεχνητές συνθήκες φωτισµού στον εκθεσιακό χώρο, το έργο προβάλλει φωτεινούς κύκλους στον περιβάλλοντα χώρο τροποποιώντας τον. Επιπλέον, το έργο κάνει µνεία στη δυναµική εκείνων των περφόρµανς όπου ο αµύητος αντλεί από τον µυηµένο. Στην πρώτη κίνηση καλείται το δρων υποκείµενο να χρησιµοποιήσει µια λευκή κόλλα χαρτί Α4 για να «αφαιρέσει» έναν από τους φωτεινούς κύκλους που προβάλλονται στον τοίχο, τοποθετώντας τον στο κέντρο του χαρτιού για να τον πάρει µαζί του. Η κίνηση αυτή δείχνει πώς λειτουργεί ο ανακλαστικός µηχανισµός. Στη δεύτερη κίνηση µόνο το σώµα του υποκειµένου αλληλεπιδρά µε το φως κι έτσι ο φωτεινός κύκλος επιστρέφει στον τοίχο. Αυτές οι δύο κινήσεις επαναλαµβάνονται. Τέτοιες παρεµβάσεις απηχούν τους ευρύτερους προβληµατισµούς του καλλιτεχνικού ντουέτου, το ενδιαφέρον του να πειραµατίζεται µε τον χρόνο της έκθεσης, όπου η δραστηριότητα µπορεί να συµβεί είτε κατά την απουσία των επισκεπτών είτε πριν από την έλευσή τους είτε αµέσως µετά την αναχώρησή τους.
Η Marie Cool γεννήθηκε το 1961 στη Βαλενσιέν της Γαλλίας και ο Fabio Balducci το 1964 στην ιταλική επαρχία Όστρα της Ανκόνας. Ζουν κι εργάζονται στο Παρίσι. Από το 1995 οι δράσεις τους εστιάζουν σε καθηµερινά αντικείµενα και υλικά, σε µια συνοµιλία και κριτική σχέση µε την ιταλική arte povera. Καθώς η βιοµηχανία και η τεχνολογία καθορίζουν τις συνθήκες εργασίας τους, οι καλλιτέχνες επιλέγουν να δουλεύουν µε καθηµερινά αντικείµενα ή υλικά στα οποία έχουν εύκολη πρόσβαση οι καταναλωτές. Οι χειρονοµίες που χρησιµοποιούν είναι συνήθως συνυφασµένες µε απλές κινήσεις και µε την επανάληψή τους, αποτυπώνοντας στην τέχνη µια κοινή, πανταχού παρούσα γλώσσα. Επιπλέον, µέσα από ασκήσεις αντίληψης που αποσκοπούν στην αµφισβήτηση συγκεκριµένων κανονιστικών συµπεριφορών, στάσεων και αξιών –και ειδικότερα στην προσωρινότητα– οι δύο καλλιτέχνες αναθεωρούν, τροποποιούν και διευρύνουν το πλαίσιο των θεσµικών χώρων.
Pierre Bal-Blanc