Ο αλβανικός σοσιαλιστικός ρεαλισμός εμπεριέχει την τέχνη και τη λογοτεχνία μιας περιόδου σχεδόν σαράντα πέντε ετών, από το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου έως την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος το 1991. Όπως δηλώνει ο όρος, η προσέγγιση αυτή ήταν δανεισμένη και εμπνευσμένη από τους κανόνες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού που καθιερώθηκαν στη Σοβιετική Ένωση. Στην Αλβανία οι επιταγές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού εφαρμόστηκαν ανελέητα, εκτός από μια σύντομη περίοδο χαλάρωσης μεταξύ 1970 και 1973. Όπως έχει επισημάνει στη μελέτη του Σοσιαλιστικός Σουρεαλισμός ο κριτικός της τέχνης Gëzim Qëndro: «Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός τρέφει τη φιλοδοξία να κάνει πραγματικά κατανοητό το ισχυρότερο όχημα της Ιστορίας: το μεσσιανικό όνειρο. Πίσω από την αδρή επιφάνεια του ρεαλισμού της επίσημης τέχνης, εύκολα ανακαλύπτεται ο χιμαιρικός πυρήνας της εσχατολογίας του κομμουνισμού». Το κυριότερο στοιχείο αυτής της εσχατολογίας ήταν η απόπειρα να δημιουργήσει τον Νέο Άνθρωπο της Αλβανίας, ένα πλάσμα που ενσαρκώνει όλα τα αγνά κοινωνικά ιδεώδη, χωρίς την περιπλοκότητα της καθημερινής ζωής. Ακόμα και τα τοπία και τα περιβάλλοντα έπρεπε να απεικονίζονται φωτεινά και χωρίς καμία φυσική ή πολιτισμική περιπλοκότητα. Το στοιχείο που διακρίνει αυτόν τον τύπο του homo-albanicus είναι ότι το εγχείρημα δεν υποστηρίχθηκε από την υποκείμενη μαρξιστική θεωρία, η οποία επικεντρωνόταν στην απελευθέρωση της εργατικής τάξης από οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης. Απεναντίας επικεντρώθηκε στην αγνή αφήγηση και ηθικολογία, οικοδομώντας ένα νέο προφίλ του «τέλειου» ατόμου μέσα στην «τέλεια» κοινωνική δομή. Μια πλατφόρμα εν είδει δικτύου δημιουργήθηκε για την εκτέλεση αυτού του καθήκοντος και την επίτευξη του στόχου, συμπεριλαμβάνοντας από την εκπαίδευση έως την τέχνη και τη λογοτεχνία, με τη χρήση όλων των μέσων επικοινωνίας που διέθετε εκείνη την εποχή.
Ο πίνακας The Action Worker (Εν ώρα εργασίας, 1966) του καλλιτέχνη Hasan Nallbani ο οποίος γεννήθηκε το 1934 στο Μπεράτ, απεικονίζει μια νέα γυναίκα που έχει στρατευτεί για να χτίσει τη χώρα της. Ο πίνακας εντάσσεται στην εκστρατεία που αντικατοπτρίζει συγκεκριμένες συνθήκες, μετά από μια σημαντική πολιτική και οικονομική απόφαση της εποχής. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, η κυβέρνηση οργάνωσε μεγάλες ομάδες εργασίας για να κατασκευάσει τη σύγχρονη αστική και αγροτική υποδομή της χώρας. Μη αμειβόμενοι νέοι –οι λεγόμενοι «εθελοντές»– συγκεντρώθηκαν απ’ όλη την Αλβανία και εστάλησαν σε εργοτάξια για διαστήματα μεταξύ δύο και έξι μηνών. Καλλιτέχνες, συγγραφείς και μουσικοί επίσης επιστρατεύτηκαν, σε μικρότερα χρονικά διαστήματα, για να αντλήσουν έμπνευση και να μάθουν πώς να απεικονίζουν τη «νέα πραγματικότητα» της χώρας. Στο πλαίσιο του καιρού του, ο πίνακας του Nallbani διαθέτει στοιχεία που αναγνωρίζονται εύκολα. Η κεντρική μορφή φορά το φουλάρι του «πρακτικιστή», χάρη στο οποίο διακρίνονταν όλοι οι νέοι που απασχολούνταν εθελοντικά, το οποίο πρόσεχαν και φορούσαν με περηφάνια. Η αξίνα που κρατά υποδηλώνει το είδος του έργου που εκτελείται – σε αυτή την περίπτωση, η ανέγερση υποδομών στην επαρχία της χώρας. Ενισχυτικά λειτουργεί και το τοπίο στο φόντο – ακόμα άγονο, αλλά με σαφή σημάδια της μεταμόρφωσης χάρη στον μόχθο του ανθρώπου. Πάνω απ’ όλα, όμως, βλέπουμε ένα πρόσωπο που είναι νέο και θαρραλέο, περήφανο που δρα εθελοντικά για την πατρίδα και το κόμμα, αντιγυρίζοντας άμεσα το βλέμμα του θεατή.
Φοράει ρούχα που θεωρούνταν αντρικά την εποχή εκείνη, προκαλώντας έτσι την παραδοσιακή κοινωνική ιεραρχία. Εμφανίζεται να ασπάζεται πλήρως και άνευ όρων το νέο της καθεστώς και υποτίθεται ότι είναι μάρτυρας μιας βαθύτερης μεταμόρφωσης, της μεταμόρφωσης του λαού και των κοινωνικών σχέσεων, την οποία υποτίθεται ότι ο κομμουνισμός θα έφερνε στην Αλβανία.
—Edi Muka