Το 1897, λίγο περισσότερο από μία δεκαετία μετά το Συνέδριο του Βερολίνου (1884/85) που είχε αποτέλεσμα τον διαμελισμό της Αφρικής, έλαβε χώρα άλλο ένα γεγονός ιστορικής σημασίας. Αφότου Βρετανοί αξιωματικοί σκοτώθηκαν σε διένεξη εμπορικού χαρακτήρα στο βασίλειο του Μπενίν, η αποικιοκρατική δύναμη απέστειλε με τιμωρητικές διαθέσεις εκστρατευτική δύναμη 1.200 αντρών προκειμένου να εκδικηθεί τον θάνατό τους. Η δύναμη αυτή εκθρόνισε τον Όμπα του Μπενίν, λεληλάτησε πολύτιμες πλάκες, γλυπτά από κράμα χαλκού, μπρούντζινα και ορειχάλκινα ανάγλυφα και λαξευμένο ελεφαντοστό που χρονολογούνταν από τον 13o έως τον 17o αιώνα, συνολικά γνωστά ως τα «Μπρούντζινα του Μπενίν». Τα περίπου 3.000-5.000 κλεμμένα αντικείμενα, που είχαν ως θεματολογία τη ζωή στη βασιλική Αυλή, τα τελετουργικά, τις οικογενειακές δομές και τον πολιτισμικό πλούτο του Μπενίν, εστάλησαν στο Βρετανικό Μουσείο και πουλήθηκαν σε μουσεία ανά τη δύση, υποτίθεται για να καλυφθεί το κόστος της εκστρατείας. Το Βασίλειο του Μπενίν καταστράφηκε ολοσχερώς.
Από το 1876 έως το 1882 ο Γερμανός γλύπτης Carl Friedrich Echtermeier (1845-1910) ανέλαβε το καθήκον να δημιουργήσει μια σειρά γλυπτά με τον τίτλο «Länderfiguren» (Μορφές των εθνών). Αυτά τα αγάλματα εκπροσωπούν ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Γερμανία, η Αγγλία και η Ιταλία. Σήμερα εκτίθενται στη Neue Galerie του Κάσελ. Στόχος του Echtermeier ήταν να δημιουργήσει τον κατεξοχήν Κανόνα. Αυτό που παρέλειψε ήταν οι τέχνες του λεγόμενου «υπόλοιπου κόσμου».
Τα Μπρούντζινα του Μπενίν –σε δανεισμό από το Museum Fünf Kontinente στο Μόναχο–, σε αντιπαραβολή με τα γλυπτά του Echtermeier, απηχούν ιστορίες αποκλεισμού, μυθεύματα του Κανόνα, αφηγήματα αποστέρησης και αποικιοκρατικές κληρονομίες. Επίσης, θέτουν ερωτήματα και τοποθετούνται σχετικά με διαμάχες περί εθνικής κληρονομιάς.