Ο αυτοσχέδιος προσφυγικός καταυλισμός του Καλαί, κοντά στο γαλλικό λιμάνι και στα ογκώδη τσιμεντένια πολυβολεία, ήταν γνωστός ως η Ζούγκλα. Με βάση διαφορετικές εκτιμήσεις, φιλοξενούσε εννέα ή δέκα χιλιάδες ανθρώπους, τους περισσότερους σε σκηνές ή αυτοσχέδιες καλύβες από σανίδες και κόντρα-πλακέ και άλλους σε τροχόσπιτα. Ο καταυλισμός περιβαλλόταν από ένα ανάχωμα και από το πρανές του γειτονικού αυτοκινητοδρόμου. Η γούβα αυτή γέμιζε συχνά με σύννεφα καπνού από τις φωτιές και τα αυτοσχέδια μαγειρεία που έκαιγαν κομμάτια από σανίδες. Την ξυλεία αυτή την έφερναν στη Ζούγκλα ακτιβιστές και τη μοίραζαν στους κατοίκους αυτής της πόλης με τα αντίσκηνα και τις καλύβες (στις οποίες φυλάσσονταν επίσης και προμήθειες από κονσέρβες, ζάχαρη, ζυμαρικά, κουβέρτες και παπούτσια). Στη Ζούγκλα έβλεπε κανείς άνδρες – Αφγανούς, Σύρους, Πακιστανούς και άλλους που διέμεναν σε χωριστές «γειτονιές» και διέφεραν ως προς το πώς έλυναν τις διαφορές τους και πώς μιλούσαν στους δημοσιογράφους. Οι περισσότεροι έτρεμαν τις μηχανές λήψης βίντεο ή φωτογραφιών και αρνούνταν να φωτογραφηθούν. Όλοι τους ήλπιζαν να περάσουν στη Βρετανία μέσω της Μάγχης – ένα πέρασμα σχεδόν αδύνατο λόγω των ατσάλινων φραχτών και των τειχών με αγκαθωτό σύρμα. Λουσμένα στο φως των προβολέων και φυλασσόμενα από τη γαλλική αστυνομία, τα τείχη αυτά χώριζαν τους πρόσφυγες από τον δρόμο προς την υποθαλάσσια σήραγγα και τις σιδηροδρομικές γραμμές όπου κινούνται οι υπερταχείες TGV. Οι γυναίκες και τα παιδιά έμεναν σε έναν καταυλισμό δίπλα στη Ζούγκλα, υπό ελαφρώς καλύτερες συνθήκες και φυλασσόμενοι από κοινωνικούς λειτουργούς. Αντίθετα από ό,τι στη Ζούγκλα, εκεί οι δημοσιογράφοι δεν είχαν ελευθερία κινήσεων. Γενικά, οι πρόσφυγες πλησίαζαν ανθρώπους σαν εμάς φιλικά αλλά και με μια παραίτηση: γνώριζαν ότι ζούσαν το «τέλος των ημερών» και ότι ο οικισμός τους σύντομα θα ήταν παρελθόν. Ένας άνδρας αποκάλυψε πως ήταν Αφγανός στρατιώτης και είχε σκοπό να προστατεύσει τη Ζούγκλα από τη διάλυση. Είπε ακόμη πως οι περισσότεροι στον καταυλισμό ήταν τραυματισμένοι από τη βία, τον πόλεμο, την απώλεια συγγενών και το επικίνδυνο ταξίδι μέσα από άγνωστες χώρες και θάλασσες ως την εξ ίσου άγνωστη Γαλλία – και πως κάποιοι ήταν επικίνδυνοι. Είχε δίκιο: ο καταυλισμός είχε γνωρίσει πράξεις βίας με στόχο κατοίκους αλλά και δημοσιογράφους. Τα περισσότερα ειδησεογραφικά συνεργεία και οι μεμονωμένοι ρεπόρτερ έφευγαν από τη Ζούγκλα με τη δύση του ήλιου. Τότε ήταν που οι πρόσφυγες ξεχύνονταν στον άπλετο χώρο πίσω από το ανάχωμα και κάθονταν στην κορυφή των πρανών του αυτοκινητοδρόμου. Η αστυνομία άναβε τους προβολείς και καλούσε ενισχύσεις.
Εν τέλει, μια Δευτέρα πρωί στα τέλη Οκτωβρίου 2016 η γαλλική διοίκηση ξεκίνησε τη διάλυση της Ζούγκλας. Στους πρόσφυγες δόθηκε η ευκαιρία να κινηθούν προς ένα σημείο συγκέντρωσης λίγα χιλιόμετρα μακριά από τον καταυλισμό, όπου χωρίζονταν και επιβιβάζονταν σε λεωφορεία με προορισμό μικρότερα προσωρινά καταφύγια ανά τη γαλλική επικράτεια. Οι άνθρωποι του καταυλισμού, με τσάντες, καρότσια και σακίδια, περνούσαν κάτω από μια γέφυρα του αυτοκινητοδρόμου προς μια τεράστια αποθήκη όπου καταγράφονταν και μοιράζονταν στα λεωφορεία. Τις επόμενες μέρες, όλο και περισσότεροι από τον καταυλισμό κινήθηκαν προς το σημείο συγκέντρωσης· κάποιοι μεταφέρθηκαν εκεί νύχτα ή χαράματα. Κάθε μέρα η αστυνομία έμπαινε βαθύτερα στη Ζούγκλα. Σε λιγότερο από μια εβδομάδα, οι γαλλικές αρχές εκκένωσαν έναν οικισμό εννέα χιλιάδων ατόμων, ενώ μπουλντόζες έκαναν έναν σωρό τις σκηνές και τις καλύβες. Οι άνθρωποι άφησαν πίσω τους τις προμήθειες σε κονσέρβες, ζάχαρη, ζυμαρικά, κουβέρτες και παπούτσια. Άφησαν φάρμακα και ρούχα. Κάποιοι εγκατέλειψαν βαλίτσες και σακίδια καθ’ οδόν προς το σημείο συγκέντρωσης. Τα περισσότερα υπάρχοντά τους έμειναν πίσω. Οργανωμένες ομάδες ντόπιων έκαψαν τις σκηνές και τις ξύλινες καλύβες. Τα αυτοσχέδια καταφύγια μετατράπηκαν σε σωρούς στάχτης, καπνισμένα υπολείμματα τροφίμων, καμένους σκελετούς από τροχόσπιτα και θραύσματα από γκαζάκια. Ζεύγη παπουτσιών βυθισμένα στο έδαφος και άθικτα από τη φωτιά έμειναν μπροστά στις εισόδους των καμένων καλυβιών. Κάποιοι αναζήτησαν καταφύγιο στην περιοχή του Καλαί, άλλοι έφτασαν στο Παρίσι και έστησαν σκηνές μαζί με περίπου τρεις χιλιάδες πρόσφυγες που ζούσαν από καιρό σε εκείνους τους δρόμους, κυρίως κοντά στους σταθμούς Stalingrad και Jaurès του μετρό. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι άστεγοι: όπου βρεθούν, στήνουν γειτονιές από σκηνές και υπόστεγα, οργανώνουν αυτοσχέδια μαγειρεία και ονειρεύονται τις οικογένειές τους. Μοιάζουν χαμένοι ως προς το πώς βρέθηκαν όπου βρέθηκαν, χωρίς να γνωρίζουν γαλλικά ή αγγλικά. Δεν έχουν εκπροσώπηση και μπερδεύονται με τη γραφειοκρατία της καταγραφής προσφύγων. Η όποια φροντίδα, κυρίως από ΜΚΟ και ακτιβιστές, καλύπτει μόνο τις βασικές ανάγκες: πρόσβαση σε τροφή, νερό, τουαλέτες – και ένα πρόχειρο καταφύγιο. Τώρα τα καταφύγια αυτά διαλύονται ξανά και κάποιοι από τους πρόσφυγες απελαύνονται· άλλοι μετακινούνται από τη γαλλική διοίκηση σε μια προσπάθεια διασποράς τους σε όλη την επικράτεια. Οι δημοσιογράφοι κατηγορούν την κυβέρνηση ότι οργανώνει τη διάλυση στο πλαίσιο μιας λαϊκίστικης προεδρικής εκστρατείας και όχι για την προστασία των ανθρώπων εν όψει του χειμώνα. Ο πραγματικός στόχος είναι να κρύψουν τους πρόσφυγες από την κοινή θέα και όχι να τους βοηθήσουν. Οι φωτογραφίες δείχνουν την καμένη Ζούγκλα του Καλαί μετά τη διάλυσή της.