Εισέρχεται κανείς στα φιλµ των Yervant Gianikian και Angela Ricci Lucchi µέσω της χηµικής σκόνης (ή των επιφανειακών γρατζουνιών) των εικόνων από τις οποίες συντίθενται. Πριν από οποιοδήποτε απόσπασµα του τοπίου (Άλπεις, Δούναβης, έρηµος) ή ιδιαίτερο γεγονός (στρατιωτική παρέλαση, κυνήγι αρκούδας, χειρουργική επέµβαση), το καρέ προσφέρει στο βλέµµα µας την υλικότητα του κινηµατογραφικού έργου σε όλη τη φθορά της. Κατά την προβολή τους αυτά τα καρέ, ταλαιπωρηµένα από γαλακτώµατα και λεκέδες, συνενωµένα µεταξύ τους, προσβεβληµένα από µούχλα, επιχρωµατισµένα κι επιβραδυµένα, δεν επιτρέπουν να εξαλειφθεί η υλική προϋπόθεσή τους, η απτή υπόστασή τους. Τουναντίον, παρουσιάζεται µια έκθεση ερειπίων, των συντριµµιών ενός κινηµατογράφου που µάχεται ενάντια στη δική του µορφή αµνησίας: των εικόνων που έχει παραγάγει και του αδιαχώριστου από αυτόν µέσου στο οποίο έχουν εγγραφεί οι εν λόγω εικόνες.
Η αρχαιολογική έρευνα των Gianikian και Ricci Lucchi ανήκει στο πλαίσιο του πεισµατικού τους εγχειρήµατος να καταδείξουν τον δεσµό ανάµεσα στη νεωτερικότητα και στον ιµπεριαλισµό· η κινηµατογραφική κάµερα διαδραµατίζει µείζονα ρόλο ως εξοπλισµός που τίθεται στην υπηρεσία του βλέµµατος των αποικιοκρατών, όπως φανερώνουν οι ταινίες τους, παρέχοντας αδιάκοπα σχετικές ενδείξεις. Είτε πρόκειται για το κινηµατογραφηµένο ταξιδιωτικό ηµερολόγιο ενός ανώνυµου Γάλλου τουρίστα το 1927 είτε για το υλικό ενός Ιταλού πρωτοπόρου του ντοκιµαντέρ, όπως ο Luca Comerio, ή, ακόµη, για αυστριακά στρατιωτικά-ιατρικά φιλµ της δεκαετίας του 1920, οι Gianikian και Ricci Lucchi –αµφότεροι γεννηµένοι το 1942 στην Ιταλία– έχουν συλλέξει µια πλειάδα από χαµένες και εκ νέου ανακαλυφθείσες οπτικές γωνίες που δεν είναι ποτέ ουδέτερες ή αθώες, οι οποίες παρουσιάζονται µέσα από τη χρήση ποικίλων αναχρονιστικών τεχνολογιών.
Η ριζοσπαστική έρευνά τους έχει αναπτυχθεί µέσα από µέσα από το αρχειακό σινεµά κι από έναν τρόπο σκέψης µε βάση το «ενδεικτικό παράδειγµα» (Carlo Ginzburg)· πρόκειται για σκαπανείς µιας καλλιτεχνικής τάσης που τα τελευταία χρόνια έχει χαρακτηριστεί ως «ιστορική καµπή». Από τη µια µεριά, η αναδίφηση ήδη υπάρχοντος υλικού, η εκ νέου κινηµατογράφηση, η αλλαγή κάδρου και χρώµατος, η υποβολή του σε καινούριο µοντάζ σύµφωνα µε συνδέσεις και άλµατα – ένα κολάζ. Από την άλλη, η µεγέθυνση των καρέ επιτρέπει να εµφανιστούν περιθωριακά ίχνη και λεπτοµέρειες, να φανούν κρυµµένα στοιχεία µέσω αλλαγών στην ταχύτητα, όλα τους από τον κόσµο του «οπτικού ασυνείδητου» του Βenjamin, που µόνο η κάµερα µπορεί να καταγράψει. Με αυτά τα µέσα µπορούµε να προσπελάσουµε µια ιστορία που ξεκινάει, όπως λέει ο Gianikian, «από το έδαφος, από το ελάχιστο, από τη λεπτοµέρεια». Μέσα από την αποαρχειοθέτηση και την επαναρχειοθέτηση η ιστορία µάς απελευθερώνει από την κυριαρχία του χρόνου, τις µονοσήµαντες αφηγήσεις του και τις επιταγές του.
Marco Scotini