Οι μέχρι τώρα θεωρίες της επανάστασης έλεγαν ότι είναι δυνατόν να ζει κανείς σε συνθήκες μη αλλοτρίωσης. Όμως το ζήτημα της διαμεσολάβησης και του πώς κατανοούμε τον εαυτό μας τίθεται υπό ριζική αμφισβήτηση σήμερα: η τεχνολογία επιταχύνει ορισμένες μορφές κοινωνικοποίησης αλλά επίσης διαμορφώνει τον τρόπο διάδρασης και σκέψης· η νευροεπιστήμη αλλάζει την έννοια του εαυτού και οι υπολογιστές ξέρουν περισσότερα για μας απ’ ότι εμείς οι ίδιοι. Η έννοια της αλλοτρίωσης επιστρέφει, αυτή τη φορά χωρίς τις συνδηλώσεις αυθεντικότητας. Τι σημαίνει να είσαι υποκείμενο σε συνθήκες υπαρκτής υποταγής, όταν οι πιο προσωπικές μας πληροφορίες εμπορευματοποιούνται (από το DNA μας έως τις επιλογές και τις κοινωνικές μας σχέσεις στο διαδίκτυο); Πού είναι το περιθώριο αυτενέργειας; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα είναι κατ’ αρχάς προαπαιτούμενο για να απαντήσουμε στο ερώτημα πώς μπορούμε να αναπτύξουμε μια κοινή έννοια της χειραφέτησης. Η αλλοτρίωση είναι χρήσιμη ως έννοια γιατί μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε τι αλλοτριώνεται, τι αλλοτριώνει και τι μπορεί να γίνει γι’ αυτό – οδηγώντας αναπόφευκτα στο ερώτημα της υποκειμενικότητας. Αν απαντηθεί, μπορεί να κατανοήσουμε καλύτερα τι είναι και θα μπορούσε να είναι πολιτικό υποκείμενο σήμερα. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία παράγει τις δικές της μορφές δημοκρατικής αλλοτρίωσης. Η προσφυγική κρίση δείχνει ότι δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει πολιτικά σε εθνικό επίπεδο, κι όμως είναι δύσκολο να παραχθούν μορφές συλλογικότητας τόσο δυνατές ώστε να αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων. Η διαρκής ένταση προκύπτει επειδή δεν υπάρχει όραμα για το μέλλον –κατά συνέπεια οι άνθρωποι επιστρέφουν σε θέματα ταυτότητας (όπως η φυλή και η εθνικότητα)– και λόγω μιας οικονομικής κατάστασης που ωθεί ολοένα περισσότερους στα άκρα. Αυτή είναι μια ωρολογιακή βόμβα που απαιτεί να τεθεί το θέμα της συλλογικότητας πέρα από την ταυτότητα και να επαναξιολογηθεί η έννοια του οικουμενισμού σε αντίθεση με το οικουμενικό ισοδύναμο του χρήματος..
*Η πρόταση διατυπώθηκε από τον Samo Tomšič στο Συνέδριο Ιστορικού Υλισμού στη Βηρυτό, τον Μάρτιο του 2017
Η Nadia Bou Ali είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Πρόγραμμα Πολιτισμικών Σπουδών του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού. Ολοκληρώνει το βιβλίο της με τίτλο In the Hall of Mirrors για την ιστορία του φιλελευθερισμού στην αραβική διανόηση (Edinburgh University Press, υπό έκδοση) και συνεπιμελείται το βιβλίο Lacan contra Foucault: Subjectivity, Sex, and Politics (Bloomsbury Press, 2018). Τα ερευνητικά και διδακτικά ενδιαφέροντά της επικεντρώνονται στον αραβικό μαρξισμό, την κριτική κοινωνική θεωρία και την ψυχανάλυση.
Ο Ray Brassier έλαβε διδακτορικό τίτλο στη φιλοσοφία από το University of Warwick το 2001. Από το 2002 έως 2008 ήταν Research Fellow στο Κέντρο Έρευνας στη Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία του Middlesex University. Από το 2008, διδάσκει φιλοσοφία στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτο. Έχει γράψει το βιβλίο Nihil Unbound: Enlightenment and Extinction (Palgrave Macmillan, 2007) και έχει μεταφράσει στα αγγλικά έργα των Alain Badiou και Quentin Meillassoux.
Η Δήμητρα Κοτουζά είναι συγγραφέας και ερευνήτρια που ζει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η τελευταία και υπό έκδοση πραγματεία της αφορά τη φυλετικοποιημένη και έμφυλη ένδεια και τα ψυχικά όρια της ταυτότητας στην εποχή της κρίσης, τη βιοαστυνόμευση των συνόρων και τη σεξουαλικότητα υπό τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση (The Body of the Governed, Rowman and Littlefield), ενώ έχει γράψει για νέες μορφές εργατικού ακτιβισμού (Journal of Labor and Society), τη σχέση ανάμεσα στα ελληνικά κινήματα και στους μετανάστες (Beyond The Greek Crisis, PM Press), και την υπέρβαση των καπιταλιστικών κοινωνικών μορφών, ταυτοτήτων και τεχνολογιών υπό συνθήκες «υπαρκτής υποταγής» (What Is to Be Done Under Real Subsumption, Mute Books). Το 2011–15 εκπόνησε τη διδακτορική διατριβής της (University of Kent), με τίτλο Surplus Citizens (Πλεονάζοντες πολίτες), για τις αντιφάσεις που διέπουν τους κοινωνικούς αγώνες στην ελληνική κρίση και τον φετιχισμό του έθνους κράτους. Είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής των επιθεωρήσεων Mute και Endnotes, και από το 2015 διδάσκει ως αναπληρώτρια ή συμβασιούχος σε διάφορα πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου. has
Ο Mattin είναι καλλιτέχνης από το Μπιλμπάο, που τώρα ζει στο Βερολίνο και δουλεύει με τον θόρυβο και τον αυτοσχεδιασμό. Η δουλειά του πραγματεύεται τις κοινωνικές και οικονομικές δομές της πειραματικής ηχητικής και καλλιτεχνικής παραγωγής μέσω της ζωντανής περφόρμανς, των ηχογραφήσεων και των γραπτών. Χρησιμοποιώντας την εννοιολογική προσέγγιση στοχεύει να αμφισβητήσει τη φύση και τις παραμέτρους του αυτοσχεδιασμού, ειδικότερα τη σχέση ανάμεσα στην ιδέα της «ελευθερίας» και τη διαρκή καινοτομία που αυτή υποδηλώνει κατά παράδοση, και στις καθιερωμένες συμβάσεις του αυτοσχεδιασμού ως είδους. Ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Χώρας των Βάσκων υπό την εποπτεία των Ray Brassier και Josu Rekalde. Με τον Anthony Iles, συνεπιμελήθηκε τον τόμο Noise & Capitalism (Arteleku Audiolab, 2009) και τώρα συνεπιμελούνται το υπό έκδοση βιβλίο What is to be Done Under Real Subsumption? Το 2012, οι CAC Brétigny και Taumaturgia εξέδωσαν το βιβλίο Unconstituted Praxis, με δικά του κείμενα και συνεντεύξεις καθώς και κριτικές για περφόρμανς στις οποίες συμμετείχε. Το περιεχόμενο και των δύο βιβλίων διατίθεται διαδικτυακά. Ο Mattin συμμετέχει στην documenta 14.