Για τον Hans Haacke ήταν καθοριστική η εµπειρία όταν εργάστηκε στην documenta 2 το 1959, στη φύλαξη και διαχείριση έργων. Τον βοήθησε να καταλάβει τους κανόνες που διέπουν τον χώρο της τέχνης. Οι συζητήσεις µεταξύ επιµελητών που έτυχε να ακούσει τον αποθάρρυναν, για παράδειγµα, από το να βασιστεί στην πώληση των έργων του για να καλύψει τα βασικά του έξοδα. Εκείνο το διάστηµα ήταν φοιτητής στο Kunsthochschule Kassel και στόχος του ήταν να αναπαραστήσει δυναµικά τον κόσµο µέσω της ζωγραφικής. Του έγινε όµως σαφές ότι δεν ήταν εφικτό να πετύχει τους στόχους του µε αυτό το µέσο, οπότε άρχισε να πειραµατίζεται µε ανακλαστικά αντικείµενα από ανοξείδωτο ατσάλι και πλαστικό. Ξεκίνησε µε διάφανα δοχεία και την προσθήκη νερού, το οποίο δηµιουργούσε σχηµατισµούς συµπύκνωσης αντιδρώντας µε το περιβάλλον του δοχείου, και συνέχισε µε αεροδυναµικά έργα από ανάλαφρα υφάσµατα και µπαλόνια, έργα που απαιτούσαν ψύξη και έργα που παρήγαν ατµό, τα οποία τον οδήγησαν σε έρευνες µε φυτά και ζώα. Οι φυσικές και βιολογικές διαδικασίες αυτών των έργων ακολούθησαν τους δικούς τους νόµους, αδιαφορώντας για τον θεατή.
Ο Haacke, που γεννήθηκε στην Κολονία το 1936, µέχρι τη δεκαετία του ’70 είχε επεκτείνει την αναζήτησή του για να συµπεριλάβει κοινωνικά συστήµατα σε πραγµατικό χρόνο. Όταν η ένσταση του διευθυντή σε έργα όπως το Shapolsky et al. Manhattan Real Estate Holdings, A Real-Time Social System as of May 1, 1971 (Shapolsky et al. Manhattan Real Estate Holdings, ένα κοινωνικό σύστηµα σε πραγµατικό χρόνο, ως είχε την 1η Μαΐου 1971) –που παρουσίαζε έγγραφα και φωτογραφίες 142 ιδιοκτησιών µιας κατασκευαστικής αυτοκρατορίας παραγκουπόλεων– οδήγησε στη µαταίωση της ατοµικής έκθεσής του στο µουσείο Guggenheim της Νέας Υόρκης το 1971, ο Haacke αντιλήφθηκε την ισχύ που αποκτά η παρουσίαση πληροφοριών, ακόµη και αν ούτως ή άλλως βρίσκονται στη διάθεση κάθε πολίτη, όταν εντάσσονται σε καλλιτεχνικό πλαίσιο. Η λογοκρισία εξέθεσε τα όρια της ελευθερίας που επιτρέπει το µουσείο. Το µετέπειτα έργο του Haacke αποτιµά κριτικά τη φερεγγυότητα των αξιών που διακηρύσσουν οι καλλιτεχνικοί θεσµοί, µε στόχο την υλοποίηση ενός µη κατασταλτικού πλαισίου για την έκθεση έργων τέχνης: του ιδανικού θεσµού. Τη δεκαετία του ’80 το αποτέλεσµα των εταιρικών χορηγιών στα µουσεία είχε γίνει πλέον σηµαντικό αντικείµενο προβληµατισµού και τα έργα του Haacke αµφισβητούσαν το πολιτιστικό προϊόν που προκύπτει όταν οι θεσµοί αναγκάζονται να βασιστούν σε τέτοιους πόρους.
Ένα µεγάλο κοµµάτι του πρόσφατου έργου του Haacke εκθέτει τα καταστροφικά αποτελέσµατα που προκύπτουν όταν τα πολιτικά, οικονοµικά και ιδεολογικά συµφέροντα παρεµβάλλονται στη δηµιουργία δηµόσιου πολιτισµού. Ο καλλιτέχνης µάς καλεί να αποτιµήσουµε τι χάνεται όταν θεσµοί που ιδρύθηκαν ως τόποι για την παρουσίαση της γνώσης και της ιστορικής µνήµης φιλτράρονται από εταιρικά ή πολιτικά συµφέροντα. Η πάλη, κατά την άποψή του, είναι τόσο πολιτική όσο είναι και αισθητική, ενώ διακυβεύονται οι πιο βασικές δηµοκρατικές αξίες.
Alexander Alberro