Το ραδιοφωνικό πρόγραμμα της documenta 14 Every Time A Ear di Soun σε συνεργασία με το Deutschlandfunk Kultur διερευνά φαινόμενα της ηχητικότητας και της ακουστικής, όπως η φωνή, ο ήχος, η μουσική και ο λόγος, ως μέσα απόδοσης αντιηγεμονικών ιστορικών αφηγήσεων. Το Every Time A Ear di Soun μελετάει τον τρόπο με τον οποίο τα ηχητικά ερεθίσματα επιδρούν στις υποκειμενικότητες και στον χώρο, ειδικά μέσω του ραδιοφώνου.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της documenta 14 εννέα ραδιοφωνικοί σταθμοί στην Ελλάδα, στο Καμερούν, στην Κολομβία, στον Λίβανο, στη Βραζιλία, στην Ινδονησία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γερμανία μεταδίδουν ένα είδος οικουμενικής ηχητικής τέχνης η οποία φιλοξενείται στα ραδιοφωνικά κύματα. Το πρόγραμμα αναμεταδίδεται ζωντανά στα FM στο Κάσελ, διαδικτυακά από την ιστοσελίδα της documenta 14 και στα βραχέα σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Η κανονική ροή του προγράμματος αυτών των σταθμών, που αναμεταδίδεται στην εκάστοτε τοπική γλώσσα, εμπλουτίζεται καθημερινά για τέσσερις ώρες με ηχητικά έργα τέχνης που έχουν δημιουργηθεί κατά παραγγελία για την documenta 14, με αρχειακό υλικό και με ηχογραφήσεις επιλεγμένων αποσπασμάτων από τις δημόσιες δράσεις της documenta 14. To Every Time A Ear di Soun συνοδεύεται, επίσης, από ζωντανές δράσεις οι οποίες άπτονται ζητημάτων που αφορούν τη φαινομενολογία του ηχητικού, τον ήχο ως φορέα ιστορικής αφήγησης, τη θεωρία του Frantz Fanon για το ραδιόφωνο ως μέσο αντίστασης, τη θεωρία του Rudolf Arnheim περί ακουστικής εικόνας, και άλλα.… Περισσότερα
Το πρότζεκτ, το οποίο δανείζεται τον τίτλο του από την dub ποίηση του Mutabaruka, αναφέρεται στην προνομιακή θέση της οπτικής κουλτούρας έναντι της προφορικά μεταδιδόμενης ακουστικής γνώσης, όπως αυτή απαντάται στο μεγαλύτερο κομμάτι του δυτικού κόσμου. Η ελληνική φιλοσοφική σκέψη, ειδικότερα, συχνά περιορίζει την εμπειρία του κόσμου κατά κύριο λόγο στην οπτική διεργασία, οικοδομώντας την επιστημολογία της ιστοριογραφίας πάνω στην πράξη της οπτικής μαρτυρίας (την αυτοψία), την οποία θεωρεί την πρωταρχική πηγή γνώσης. Σε πολιτισμούς οι οποίοι διαθέτουν προφορική παράδοση, η ιστορία, όπως μεταδίδεται από τις αφηγήσεις, αποκτά ελεύθερα τη μορφή και αναγνωρίσιμων και μη αναγνωρίσιμων λεκτικών εκφράσεων, λόγου, ήχου και μουσικής. Σε αυτή την περίπτωση, η ηχητικότητα είναι νευραλγικής σημασίας και λειτουργεί έξω από το πλαίσιο της οπτικής και της γραπτής λογικής· τις υπερβαίνει και είναι αδύνατο να κατανοηθεί ή να εμπεδωθεί υπό το πρίσμα τους. Όταν η ακουστική εμπειρία μεταλαμπαδεύεται, μαζί της μεταλαμπαδεύεται και η ιστορία, και όχι αποκλειστικά από το στόμα στο αυτί: ο απτός αντίκτυπος των ηχητικών της κυμάτων αφομοιώνεται, αποκωδικοποιείται από το σώμα και μεταγγίζεται στις επόμενες γενιές. Διότι, όπως επισημαίνει ο Jean-Luc Nancy, αν η οπτική εμπειρία είναι γενικά μιμητική, τότε η ηχητική είναι εκ των προδιαγραφών της μεθεκτική· δηλαδή, έχει να κάνει με τη συμμετοχή, το μοίρασμα και τη μετάδοση. Το γεγονός πως τα ακουστικά φαινόμενα έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν συμμετοχικότητα, να δημιουργούν χώρους ανταλλαγής εμπειριών και να συμπαρασύρουν και άλλους, τα καθιστά το ιδανικό μέσο μετάδοσης της ιστορίας πέρα από τις λέξεις. Επίσης, το Every Time A Ear di Soun εξερευνά τη δυνατότητα να κατανοήσει κανείς την προφορικότητα και την ενσώματη εμπειρία μέσω ακουστικών φαινομένων ως φορέας διάδοσης γνώσης και καταχωρισμού της μνήμης σε όλα τα δομικά επίπεδα ενός αεικίνητου και ευάλωτου σώματος το οποίο υφίσταται σε ένα συγκεκριμένο χρονικό και χωρικό πλαίσιο. Το πρότζεκτ μελετά πώς ο ήχος δημιουργεί και φιλοξενεί ψυχικούς και απτούς χώρους και πώς μέσα από τον ήχο αναδύεται μια συγχρονικότητα η οποία διέπει σώματα, τοποθεσίες, χώρους και ιστορικές αφηγήσεις. Συγχρόνως, επιχειρεί να δώσει χώρο σε εναλλακτικές αφηγήσεις, όχι μόνο «για να λυτρώσει μια άγραφη και περιφρονημένη ιστορία, αλλά για να κάμψει την ευρωπαϊκή θεώρηση του κόσμου, αφού, έως τη στιγμή που μιλάμε, όταν αναφερόμαστε στην ιστορία εννοούμε αποκλειστικά το πώς η Ευρώπη έβλεπε –και συνεχίζει να βλέπει– τον κόσμο», σύμφωνα και με τον James Baldwin («Of the Sorrow Songs: The Cross of Redemption», 1979).
Ο Esiaba Irobi γράφει πως στους αφρικανικούς πολιτισμούς και στους πολιτισμούς της αφρικανικής διασποράς το κορμί «δρα ως φυσιογενές όργανο καθώς και ως πολυσχιδής χώρος διαλόγου ο οποίος απορροφά και αναπαράγει, σαν δίσκος βινυλίου, τις επιστημολογίες της πίστης και της εξουσίας όπως τις έχει εγχαράξει πάνω του η ιστορία» («The Philosophy of the Sea: History, Economics and Reason in the Caribbean Basin», 2006.) Ο παραλληλισμός με τη χάραξη των αυλακιών του βινυλίου δεν είναι καθόλου τυχαίος, μιας και η έκφραση οποιουδήποτε ακουστικού φαινομένου κωδικοποιείται όχι μόνο στη μνήμη αλλά και στο σώμα· και με την επανάληψη στις εκδηλώσεις της «καθημερινότητας», στον χορό και σε άλλα τελετουργικά, το παρελθόν διαχέεται στο παρόν και εξαπολύεται στο μέλλον. Η μετάβαση και η διασύνδεση μεταξύ των φωνητικών εκφράσεων, της ομιλίας, του ήχου, της μουσικής, της επιτελεστικότητας και της ενσώματης εμπειρίας στον χώρο και στον τόπο είναι το επίκεντρο της καλλιτεχνικής επιμέλειας του Every Time A Ear di Soun.
Ενώ οκτώ ραδιοφωνικοί σταθμοί του προγράμματος υπάρχουν ήδη, ο γερμανικός είναι ένας νέος σταθμός ονόματι SAVVY Funk. Στο SAVVY Funk καλλιτέχνες καλύπτουν και τις 24 ώρες του προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των ειδήσεων, του δελτίου καιρού και άλλων πτυχών όπως: Unpacking Sonic Migration, Listen to the Other – disEmbodied Voices – Hybridized Techno, Saout Africa(s), και Piratensender. Οι συμμετέχοντας καλλιτέχνες συνεργάζονται με φοιτητές της Τάξης Πειραματικού Ραδιοφώνου του Πανεπιστημίου Μπαουχάους της Βαϊμάρης, υπό την καθοδήγηση των καθηγητών Nathalie Singer και Martin Hirsch, για την προετοιμασία και τη διαχείριση του ραδιοφωνικού προγράμματος. Η Singer και η ομάδα της θα συμβάλουν επίσης στην οργάνωση μιας αίθουσας ανάγνωσης και ακρόασης στο SAVVY Contemporary του Βερολίνου, όπου οι επισκέπτες θα μπορούν να ζήσουν από πρώτο χέρι και να αξιολογήσουν το ραδιόφωνο εν τη γενέσει του.
Το Every Time A Ear di Soun είναι μια συνεργασία της documenta 14 και του Deutschlandfunk Kultur.
Επιμέλεια: Bonaventure Soh Bejeng Ndikung
Συνεπιμέλεια: Marcus Gammel
Ομάδα: Tina Klatte, Maximilian Netter, Elena Agudio